Ναζισμός: Γιατί ένας ολόκληρος λαός έκανε το Ολοκαύτωμα;

 

Η ερώτηση: «Πες μου, στο Άουσβιτς, πού ήταν ο Θεός;»

Και η απάντηση: «Πού ήταν ο άνθρωπος;».

Γουίλιαμ Στάιρον, Αμερικανός συγγραφέας.

 

Μια τόσο βαθιά, και συνάμα τόσο λακωνική φράση, παρουσιάζει ίσως με τον πιο ιδανικό τρόπο την επίδραση του Ναζισμού ως κοινωνικού σηματωρού στην ανθρώπινη ιστορία, αναδεικνύοντας τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τον αποτροπιασμό του Ολοκαυτώματος, όπως και τη βαναυσότητα όλων των φασιστικών ιδεολογιών. Είναι ευρέως γνωστό πως ο Ναζισμός αποτέλεσε την ηθική μάστιγα του εικοστού αιώνα, και, δυστυχώς, εξακολουθεί να επανεμφανίζεται ως πολιτειακή τάση ακόμα και στον εικοστό πρώτο, κάτι που σίγουρα διαφαίνεται από τα ολοένα και αυξανόμενα περιστατικά ξενοφοβίας, από τον κοινωνικό αποκλεισμό των μεταναστών, από τη βία που ασκούσαν πρώην πολιτικά κόμματα σε ανυπεράσπιστους πρόσφυγες. συμβάντα που αποτελούν κατά κόρον φαινόμενα νεοναζισμού, και που συνεχίζουν να παρατηρούνται τόσο σε πανελλήνιο, όσο και σε διεθνές επίπεδο. Για να εξασφαλίσουμε, επομένως, πως κάτι τόσο φριχτό όσο το Ολοκαύτωμα δεν μέλλει να ξανασυμβεί, οφείλουμε όχι μόνο να κατανοήσουμε τις παγκόσμιες επιπτώσεις του Ναζισμού, αλλά και να εντρυφήσουμε στα αίτια που οδήγησαν έναν ολόκληρο λαό σε πλήρη αποκτήνωση, κατά την οποία αποδέχτηκαν και συμμετείχαν συνειδητά στη μαζική σφαγή 26 εκατομμυρίων συνανθρώπων τους.

 

Στο σπουδαίο βιβλίο του Berlin Alexandraplatz, o Άλφρεντ Ντέμπλιν επεξηγεί πώς ο μέσος Γερμανός πολίτης βίωνε την πραγματικότητα του Μεσοπολέμου μέσα από το πρίσμα της ήττας της κάποτε σπουδαίας Γερμανίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και της οικονομικής κρίσης που απομυζούσε κάθε εναπομείναν ίχνος από τη ζωή του. Σε έναν κόσμο χωρίς ευκαιρίες, σε έναν κόσμο που άνθρωποι τίμιοι, χωρίς καμία εμπλοκή με τις πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις του τόπου τους, ζουν στο περιθώριο και εγκαταλείπονται με σκληρότητα από την κοινωνία, όλοι ψάχνουν απεγνωσμένα να ελπίσουν σε κάτι, να γραπωθούν από κάτι για να μην πνιγούν, να στηριχθούν σε κάτι για να μείνουν κάτω από τον ήλιο – ακόμα κι αν αυτό το κάτι ονομάζεται Ναζισμός, ακόμα κι αν αυτό το κάτι ονομάζεται Αδόλφος Χίτλερ. Ο Ναζισμός, κηρύττοντας με έναν απαράμιλλο ρομαντισμό την ιστορική σπουδαιότητα του γερμανικού έθνους, έδωσε σε μυριάδες απελπισμένους πολίτες έναν λόγο να πιστέψουν ξανά στον εαυτό τους και στο έθνος τους, πείθοντάς τους πως δεν ευθύνονται οι ίδιοι για την τρέχουσα πολιτικοοικονομική κρίση, άλλα οι «καταπιεστές» τους, εκείνοι που εκμεταλλεύτηκαν τον Μεγάλο Πόλεμο για να υπονομεύσουν την αξία του Γερμανού. Και, από πολλές έννοιες, σε αυτό το σημείο ο Χίτλερ είχε δίκιο, μιας και η διεθνής κοινότητα, μέσω των σκληρότατων όρων της Συνθήκης των Βερσαλλιών, μετέτρεψε τη Γερμανία σε έναν παγκόσμιο περίγελο, στον αποδιοπομπαίο τράγο της Ευρώπης. Όταν όμως έχεις παγιδεύσει ένα απελπισμένο θηρίο σε ένα αδιέξοδο, τότε εκείνο δεν έχει καμία άλλη επιλογή από το να αντεπιτεθεί με μένος – κάτι που οι λοιπές ευρωπαϊκές χώρες δεν μπόρεσαν να καταλάβουν, και το πλήρωσαν με αμέτρητους φόρους αίματος.

 

Ο Χίτλερ, λοιπόν, ενισχύοντας συνεχώς το αίσθημα της φιλοπατρίας των πολιτών του, όχι μόνο πέτυχε να εκλεγεί καγκελάριος, αλλά και να προωθήσει την επικίνδυνη φιλοσοφία του περί Άριας φυλής, σύμφωνα με την οποία μόνο οι Γερμανοί ήταν μεταξύ των λίγων εκλεκτών που δύνανται να κληρονομήσουν τη βασιλεία του κόσμου, λόγω της ανώτερής τους υπόστασης και της υπεροχής τους απέναντι στις υπόλοιπες «κατώτερες» φυλές. Μέσω της προσεκτικής προπαγάνδας του Γκέμπελς, ο μηχανισμός που θα έδινε το εναρκτήριο λάκτισμα για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ήδη τεθεί σε κίνηση, και, με την πρόφαση της «ένωσης όλων των γερμανικών πληθυσμών», ο Ναζισμός ξεκίνησε την πραγματοποίηση αυτού που είχε υποσχεθεί στον Γερμανικό λαό.

 

 

Όπως προαναφέραμε, εντούτοις, το κυριότερο έγκλημα πολέμου που έλαβε χώρα κατά τον Β’ Παγκόσμιο δεν ήταν άλλο από το Ολοκαύτωμα, τη σχεδιασμένη, δηλαδή, γενοκτονία των προαναφερθεισών «κατώτερων» φυλών που καταπίεζαν για τόσα χρόνια τους Γερμανούς, μέσω της διαβόητης Τελικής Λύσης. Και είναι εύλογο να συμπεράνουμε, πως, σε μεγάλο βαθμό, η ναζιστική προπαγάνδα και οι υπάρχουσες κοινωνικές προλήψεις ήταν αυτές που καλλιέργησαν το λαϊκό μίσος απέναντι σε Εβραίους, ανάπηρους, νοητικά καθυστερημένους, μαύρους, ομοφυλόφιλους, και τσιγγάνους. Είναι όμως απορίας άξιο… ευθύνεται αποκλειστικά και μόνο ο Ναζισμός για την ανείπωτη αυτή σφαγή; Επηρέασε ο Χίτλερ σε τέτοιο βαθμό με τη ρητορική μίσους του κάθε έναν από τους χιλιάδες στρατιώτες που συνέβαλαν στις φρικαλεότητες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης; Ήταν ο Ναζισμός μια τόσο πειστική δικαιολογία, ούτως ώστε άνθρωποι που ήταν κάποτε ηθικοί και τίμιοι να μένουν άπραγοι και να παρακολουθούν παθητικά, αν όχι να συμμετέχουν ενεργά και οι ίδιοι, στα όσα συμβαίναν στο Άουσβιτς;

 

Ο Γλαύκος υποστηρίζει, στην Πολιτεία του Πλάτωνα, πως η δικαιοσύνη και η ηθική δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από κοινωνικές συμβάσεις, ανούσιοι κανόνες που δεν ανταποκρίνονται σε κάποιο πανανθρώπινο ιδεώδες, άλλα που απλά θεσπίστηκαν από τις κοινωνίες για να μπορούν να συνεχίσουν να υπάρχουν και να λειτουργούν εύρυθμα. Όταν όμως κυριαρχεί ο αμοραλισμός, όταν τα άτομα έχουν την αίσθηση πως δεν υπάρχουν πια όρια, φραγές, ηθικοί κανόνες, όταν ο πλατωνικός Γύγης φορά το δαχτυλίδι του και πλέον όλα επιτρέπονται, μήπως τότε ο Γιόζεφ Μένγκελε μπορεί να ακρωτηριάζει παιδιά, μπορεί να ράβει μαζί τις πλάτες μικρών διδύμων, σαν σιαμαία, μπορεί να βυθίζει καρφιά στα κεφάλια ανηλίκων Εβραιόπουλων για να ανακαλύψει τα «όρια του πόνου»; Μήπως τότε απλοί πολίτες, άνθρωποι που περπατάνε μαζί μας στον δρόμο, σαν εμένα κι εσένα, γίνονται φρικτοί δολοφόνοι, που σέρνουν άτομα σε θαλάμους αεριών και καίνε μικρά παιδιά ζωντανά; Μήπως τότε ο Ναζισμός απλά επικαλείται τα πραγματικά ανθρώπινα ένστικτα, και η χιτλερική προπαγάνδα αποτελεί συγκάλυψη της αποτρόπαιας ανθρώπινης φύσης; Γιατί, αν αυτό ισχύει, τότε είναι μαθηματικά βέβαιο πως ο Ναζισμός θα ξαναεμφανιστεί, σήμερα, ή και λίγο αργότερα, με κάποιο άλλο όνομα, και πλήθη ανθρώπων θα σπεύσουν να τον ακολουθήσουν.

 

 

Καλώς ή κακώς, για να μπορούμε να συνεχίσουμε να ζούμε, οφείλουμε να πιστεύουμε πως ο άνθρωπος είναι ηθικός και δίκαιος, πως έχει συνείδηση των πράξεών του και λειτουργεί με τέτοιον τρόπο, ώστε οι αποφάσεις του, η ταυτότητά του, η ίδια του η ύπαρξη, να έχουν κάποιο λογικό νόημα. Ίσως ποτέ να μη μάθουμε το κατά πόσο ένας ολόκληρος λαός είναι ένοχος για τη μαζική γενοκτονία του Ολοκαυτώματος. Ίσως ποτέ να μη μάθουμε πού σταμάτησε η επιρροή του Ναζισμού και επικράτησε η βούληση κυριαρχίας των ατόμων. Ίσως όμως να μπορούμε να ελπίσουμε πως αυτό που απομένει στον Γύγη, όταν βγάλει το δαχτυλίδι του, είναι οι τύψεις. Ίσως απλά να αφεθούμε στη βεβαιότητά μας πως το Ολοκαύτωμα, πως ο Ναζισμός, είναι αντίθετα με την ανθρώπινη φύση, και κάθε άνθρωπος λογικός και δίκαιος θα τα κατέκρινε ως αδικαιολόγητες τραγωδίες.

 

Μολαταύτα, ζούμε σε μια εποχή αβέβαιη και επικίνδυνη. Ζούμε σε έναν κόσμο που το κακό που ξέσπασε το 1939 σαλεύει έντονα, και όλοι μας επηρεαζόμαστε ποικιλοτρόπως από αυτό. Ας φροντίσουμε λοιπόν να διαφυλάξουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα, ας προστατεύσουμε τις αμετακίνητες αρχές του πολιτισμού μας, και ας διασφαλίσουμε ότι εδώ, σήμερα, στις 28 Οκτωβρίου 2023, ο Ναζισμός δεν έχει θέση στην κοινωνία μας και πρέπει να συμβάλλουμε όλοι στην οριστική του εξάλειψη. Άλλωστε, το ζήτημα παραμένει:

 

Η ερώτηση: «Πες μου, στο Άουσβιτς, πού ήταν ο Θεός;»

Και η απάντηση: «Πού ήταν ο άνθρωπος;».

 

 

 

Αντώνης Μισθός

Μαθητής Α’ Λυκείου