Ανάμεσα στα φώτα και τη βία: Η σκοτεινή πλευρά των γηπέδων και οι «πρωτεργάτες» της 

Η οπαδική βία αποτελεί αναμφίβολα ένα φαινόμενο που συγκλονίζει την Ελλάδα εδώ και χρόνια, ενώ τα πρόσφατα τραγικά γεγονότα  που «βάφουν» την χώρα μας με αίμα ξαναφέρνουν αυτό το πρόβλημα στο φως. Είναι γεγονός πως πολλοί είναι αυτοί που πλέον αναζητούν τα αίτια της λεγόμενης οπαδικής βίας, τα οποία είναι βαθύτερα απ’ ότι φαίνονται στην επιφάνεια. Ταυτόχρονα, τα στοιχεία ενσυναίσθησης και ευγενούς άμιλλας αθλητισμού έχουν «υποχωρήσει» μπροστά στον ανταγωνισμό που έρχεται μαζί του. 

Πρωταρχικό ρόλο στο φαινόμενο του χουλιγκανισμού είχαν πάντα οι κυβερνήσεις που δεν το αντιμετωπίζουν με την σοβαρότητα που απαιτείται. Αντιθέτως, προτιμάνε να το αντιμετωπίζουν επιφανειακά με άσκοπες ομιλίες, χωρίς να φτάνουν στη ρίζα των περιστατικό, μέχρι ωσότου να φύγει από το επίκεντρο των ΜΜΕ και της κοινής γνώμης. Επιπροσθέτως, άλλο ένα σφάλμα του συστήματος της δικαιοσύνης της χώρας μας είναι τα ελαφριά ποινικά αντίτιμα που επιβάλλονται στους δράστες, γεγονός που τους ενθαρρύνει να συνεχίσουν το παράλογο «όραμά» τους, το οποίο πολλές φορές οδηγεί σε σοβαρούς τραυματισμούς ή ακόμη και θανάτους. 

Συγχρόνως, το οικογενειακό περιβάλλον των ίδιων των θητών συμβάλλει στη βίαια συμπεριφορά τους. Ένα περιβάλλον που επικεντρώνεται στον ανταγωνισμό και την εγωκεντρική συμπεριφορά του ατόμου πολλές φορές δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο, που γεννά και συγχρόνως τροφοδοτεί τον ίδιο του τον εαυτό. Η οικογένεια επιβάλλει πολλά πράγματα στα οποία πρέπει το άτομο να ανταπεξέλθει, με αποτέλεσμα εν τέλει να μην ενδιαφέρεται για το συλλογικό καλό. Μολαταύτα, πρωταρχικό στόχο του έχει την συλλογή τίτλων και δεξιοτήτων, τα οποία θα βοηθήσουν, όπως πιστεύει, στο σκληρό επαγγελματικό και κοινωνικό μέλλον τους, ενώ αρκετοί τα θεωρούν και ως ένδειξη ανωτερότητας. Ακόμα, δεν ενδιαφέρεται για την κοινωνικοποίηση του ίδιου του ατόμου ή και για την ανάπτυξη της συμπεριφοράς του. Ως αποτέλεσμα όλων αυτών των παραγόντων, είναι η ανάπτυξη προβληματικών προσωπικοτήτων που, ψάχνοντας τρόπο να αντιδράσουν, καταφεύγουν στην άσκηση βίας. 

Εκτός απ’ αυτό, έχει αποδειχτεί πως οι οπαδοί του αθλητισμού, προτιμούν ένα βίαιο και επιθετικό παιχνίδι, το οποίο, όπως πιστεύουν, αυξάνοντας την ένταση βελτιώνει το θέαμα που παρακολουθεί ο θεατής μιας αθλητικής διοργάνωσης. Υποστηρίζουν, δηλαδή, πως προκαλεί πιο δραματοποιημένες καταστάσεις οι οποίες γίνονται πιο απολαυστικές ανάλογα με το επίπεδο της βίας που ασκείται. Γενικά, προτιμούν να παρακολουθούν βίαια αθλητικά γεγονότα, όπου η δράση, ο ρυθμός του παιχνιδιού και το επίπεδο των δεξιοτήτων, τα οποία συμβάλλουν στην ελκυστικότητα των αθλητικών αγωνισμάτων, αναδεικνύονται καλύτερα, κατά την γνώμη τους . Συνεπώς, πολλοί από αυτούς υποκινούν αυτήν την δράση και ταυτόχρονα ταυτίζονται με το ίδιο το θέαμα οδηγώντας το στην κατεύθυνση που θέλουν  (αναλαμβάνουν τον ρόλο των ασκούντων βίας, προκειμένου να προκαλέσουν τις καταστάσεις που επιθυμούν και να συμβάλλουν στη δημιουργία ενός πιο δραματικού παιχνιδιού.) 

Μεγάλη ευθύνη έχουν και αρκετοί πρόεδροι των αθλητικών συλλόγων. Οι συγκεκριμένοι επενδύουν όχι από αγάπη για τον αθλητισμό, αλλά με στόχο το κέρδος, με αποτέλεσμα να προσπαθούν και οι ίδιο πολλές φορές να τροφοδοτήσουν μέσα από τα ΜΜΕ τον οπαδικό φανατισμό δημιουργώντας έναν στρατό οπαδών που να τους ακολουθεί και να εξυπηρετεί τα συμφέροντα τους (περιστατικά χουλιγκανισμού.) 

Καταληκτικά, τα αίτια της οπαδικής βίας, με τα οποία πρέπει να ασχοληθούμε για να σταματήσει οριστικά, είναι πολλά και εντοπίζονται σε πολλούς τομείς, ώστε είναι αδύνατο να αντιμετωπισθούν στην παρούσα κατάστασή μας ή στο κοντινό μέλλον. Όμως, πρέπει να καταλάβουμε κατά βάθος, πως η οπαδική βία ήταν, είναι και θα είναι ένα σκοτεινό μέρος του αθλητισμού – ένα μέρος σκοτεινό και χυδαίο, μακριά από τα ευγενή πρότυπα που οφείλει να προάγει ο αθλητισμός. Ανάμεσα στα φώτα και στη βία, είναι πράγματι στα χέρια μας να λάβουμε άμεσα μέτρα, ούτως ώστε αυτή η σκοτεινη σελίδα του αθλητισμού να λάβει ένα οριστικό, αμετάκλητο τέλος.

 

Χουντάλα Λάουρα

Μαθήτρια Β’ Γυμνασίου